Новогреческий словарь
καύσωνας
καύσωνας
ο
жаркая погода
;
жара
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
жаркая погода
? —
καύσωνας
как на
(ново)греческом
будет слово
жара
? —
καύσωνας
как с
(ново)греческого
переводится слово
καύσωνας
? — жаркая погода, жара
#
(ново)греческий словарь
—
μεστωμένος
—
χοίρος
—
κουφοβοσκάω
—
ομαδούλα
—
πηροδακτυλία
—
μορμόνος
—
δενδροκαλλιέργεια
—
δεχούμενος
—
δέων
—
ροπαλοφόρος
—
κατάχρυσος
—
αυτοχειρίαση
—
άσεμνος
—
μεταλλόφωνο
—
απαργυρώνω
—
έξοδος
—
παραμυθητικός
—
αρματώνω
—
κουρτάλημα
—
δυναμοηλεκτρικός
—
αδιαπόρευτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве