Новогреческий словарь
αποικοδομήσιμος
αποικοδομήσιμος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποικοδομήσιμος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κοινοτάρχης
—
παρανομα
—
δρύς
—
ψύξη
—
ηγεμονίσκος
—
ασωτεύω
—
ελκούμαι
—
πολυσπόρια
—
μηναίο
—
πιφφιρτζής
—
χείμαρρος
—
μοίραρχος
—
εκκλίνω
—
ηλιοστάλαχτος
—
λιανοπουλώ
—
συνδετήρας
—
ενδοκρινής
—
βιογεωγραφία
—
διασυμμαχικός
—
πλουτολογία
—
πετριά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве