Новогреческий словарь
παιδιακίζω
παιδιακίζω
ребячиться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ребячиться
? —
παιδιακίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
παιδιακίζω
? — ребячиться
#
(ново)греческий словарь
—
δεκάμηνος
—
άσκαφτος
—
ποδοσφαιρικός
—
φτειάσιμο
—
σαβουρρώνω
—
θυρίδα
—
πυκνός
—
αυτεπάγγελτος
—
πολυκοσμία
—
σπείρωμα
—
ανασύρω
—
σύμμετρος
—
δυσφορώ
—
διαστίζω
—
ψιλορωτάω
—
ριπίδιο
—
μεταβάπτισμα
—
ανθυπομοίραρχος
—
αντεξετάζω
—
αμφικτιονία
—
τεχνουργός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве