Новогреческий словарь
πολυανδρικός
πολυανδρικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολυανδρικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ανθένιος
—
τραυματιοφορεύς
—
ναυτικό
—
ζωοτροφικός
—
μειοδοσία
—
συχωράω
—
θέριεμα
—
σφουγγάρι
—
υδρείον
—
Ιρακινος
—
ανότιστος
—
εξεγείρω
—
μίλτος
—
ανεμοστρίφτουλας
—
αναστηλωτικός
—
αλιθοβόλητος
—
πλοήγηση
—
ξανανάβω
—
ταχυβόλο
—
κυπαρισσώνας
—
αναβλητικά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве