Новогреческий словарь
ακαρτερώ
ακαρτερώ
ждать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ждать
? —
ακαρτερώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακαρτερώ
? — ждать
#
(ново)греческий словарь
—
μονοστέφανος
—
αντίκρυσμα
—
ψευδαίσθηση
—
δενδροτόμηση
—
ευφυΐα
—
υπερσυντέλικος
—
γιγαντωμένος
—
άβολος
—
αερόσφαιρα
—
χαμηλοβλεπούσα
—
κασεράκι
—
αζούλητος
—
προβάλλω
—
κουμάρι
—
έξοχα
—
διαβατάρικος
—
πρωτόκολλο
—
έλαφος
—
κλινοσανίδα
—
αβαντάζ
—
ενδοσκόπηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве