Новогреческий словарь
δογκιχωτικός
δογκιχωτικός
донкихотский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
донкихотский
? —
δογκιχωτικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
δογκιχωτικός
? — донкихотский
#
(ново)греческий словарь
—
διδασκαλία
—
παραπατάω
—
δεινοθήριο
—
άρθρωση
—
αρτηριοσκλήρυνση
—
αναπαλλοτρίωτος
—
προχειρογράφος
—
σείομαι
—
ευθειακός
—
εμπλεκόμενος
—
μυριοστός
—
αστειολόγος
—
ασταχτος
—
διαγουμιστής
—
ανεξάρτητος
—
αυτάδελφος
—
χιασμός
—
ξερόγελα
—
ευτύς
—
εξευρίσκω
—
δευτεριάτικος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве