Новогреческий словарь
γυναικοκαυγάς
γυναικοκαυγάς
ο
бабья ссора, свара
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бабья ссора
? —
γυναικοκαυγάς
как на
(ново)греческом
будет слово
свара
? —
γυναικοκαυγάς
как с
(ново)греческого
переводится слово
γυναικοκαυγάς
? — бабья ссора, свара
#
(ново)греческий словарь
—
οργανώνομαι
—
περίτριμμα
—
τριακοσιοστός
—
αναπετάρισμα
—
βοηθητικός
—
βιβλιοφάγος
—
γοργύρα
—
αμαξοπηγείο
—
στηρίζω
—
λωποδυτώ
—
γουργούρι
—
τόρμος
—
υποβάτης
—
αντιλόπη
—
κατατοπιστικός
—
αγεννη
—
ασπίλωτος
—
δυσανάλογος
—
ιστιοποιία
—
αντιπροσωπευμένος
—
λιπάζη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве