Новогреческий словарь
καρουμπαλάκι
καρουμπαλάκι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
καρουμπαλάκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
λιτανεία
—
ορθούμαι
—
ασβεστόγουρνα
—
ξέσκουρα
—
σπουργίτης
—
αισθητηριακός
—
καταστηματάρχισσα
—
δροσίζω
—
ενέθηκα
—
βουβαλοτόμαρο
—
βωτριδοφαγωμένος
—
Γιουγκοσλάβα
—
έπαε
—
υπνωτιστικός
—
δεκατημόριο
—
μάχομαι
—
μουσικοθεραπεία
—
διαλείπω
—
ρεοστάτης
—
καλλιμάρμαρος
—
οστέινος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве