Новогреческий словарь
ινσουλίνη
ινσουλίνη
η фарм.
инсулин
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
инсулин
? —
ινσουλίνη
как с
(ново)греческого
переводится слово
ινσουλίνη
? — инсулин
#
(ново)греческий словарь
—
αστρόμετρο
—
υστερικά
—
προζύμι
—
αταξικός
—
απόγυρα
—
ζαερές
—
κατουρλόκαιρος
—
πηχτός
—
ρήχνω
—
ασυρματιστής
—
μακαρονοειδής
—
απάντεχος
—
θρησκευτικότητα
—
ενορχηστρώνω
—
εκγαλλίζω
—
ολιγοδάπανος
—
διοιματεύομαι
—
παρατυπία
—
χιονόλευκος
—
διγένεια
—
μαλλιοκέφαλα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве