|
το лачуга #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лачуга? — αχεροκάλυβο как с (ново)греческого переводится слово αχεροκάλυβο? — лачуга — εγγυημένα — διβόλισμα — διαζευκτικός — παρωτίτιδα — θρυμματίζομαι — ψυχομαντεία — μεγαλειωδώς — οξαλίδι — κατοπινά — ιχθυοτροφείο — τσελίκα — αναφτερουγιάζω — ασχεδίαστος — όφκαιρος — ρόφημα — αυλήτρια — εκβακχεύομαι — αγοριτσίστικα — ευμενής — τετραποδητί — ανεπίπλωτος |
|||