Новогреческий словарь
τριήμερος
τριήμερ|ος
трёхдневный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
трёхдневный
? —
τριήμερος
как с
(ново)греческого
переводится слово
τριήμερος
? — трёхдневный
#
(ново)греческий словарь
—
ρακέττα
—
κοσμοκράτορας
—
κοκκοφοίνικας
—
εθνικοποιώ
—
παιδόγγονα
—
υδρογέφυρα
—
γεροντοκρατία
—
κωδωνοστάσι
—
διαθλώ
—
σισανές
—
άσθμα
—
διαφορικός
—
τετραπλασιάζω
—
οπτιμίστρια
—
καμπιάζω
—
κοκέτης
—
χιονοστέφανο
—
εντερίτιδα
—
ψυχασθενικός
—
κωπαίος
—
χαϊδευτικά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве