|
το оберточная бумага; === στήν έλλειψη τσιγαρόχαρτο καλό καί ~όχαρτο — погов. [phrase]когда нет гербовой - пишут и на простой[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово оберточная бумага? — στράτσόχαρτο как с (ново)греческого переводится слово στράτσόχαρτο? — оберточная бумага — σμηναγός — γαστρεκτομή — μαθός — αδρύς — μπριλλάντι — μουρμούρης — κάθαρση — καϋμός — αμοιασιά — ετού — κλεισιάς — πουκαμίσα — ανεγελώ — εισαγγελία — μικροφιλοτιμία — ελαιογραφικός — παράσταση — απεικάζω — αβάρα — φαίνομαι — πανικοβάλλομαι |
|||