Новогреческий словарь
αρτηριοσκληρία
αρτηριοσκληρία
η мед.
артериосклероз
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
артериосклероз
? —
αρτηριοσκληρία
как с
(ново)греческого
переводится слово
αρτηριοσκληρία
? — артериосклероз
#
(ново)греческий словарь
—
κυβίστημα
—
μπιστεύομαι
—
θωριούμαι
—
αμάνικος
—
αλευρούχος
—
αξιοπρέπεια
—
πολυχρονάω
—
δεικνύω
—
κλαυθμών
—
φουρκάς
—
πλεξιά
—
χωριατομαθημένος
—
ωταλγικός
—
στιλέττο
—
πεινάλας
—
ακτένιστος
—
κάκοσμος
—
παραξεκοντακιάζω
—
αρχοντιλίκι
—
οιακοστρόφος
—
τυφλίτης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве