Новогреческий словарь
ενηλικιότητα
ενηλικιότητα
η
совершеннолетие
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
совершеннолетие
? —
ενηλικιότητα
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενηλικιότητα
? — совершеннолетие
#
(ново)греческий словарь
—
αστρόφεγγος
—
ιστιοδρομία
—
ολιγοπιστία
—
ακομμάτιαστος
—
μουγγαμάρα
—
εθελούσιος
—
ανυποστήριχτος
—
χαλκουργός
—
περιφρούρηση
—
μεικτός
—
χιλιάρικος
—
μονώνυχος
—
λαμπράδα
—
καταγγέλλω
—
γειτονοχώρα
—
διορισμένος
—
υπερετώ
—
μπαρμπεριό
—
αποστασία
—
υπεριτίαση
—
ρεκορντγούμαν
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве