Новогреческий словарь
αποφασιστικά
αποφασιστικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποφασιστικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
λαιμητόμος
—
δια-
—
αρχειοθήκη
—
δεντρώνας
—
ελαιοχρωματισμός
—
αριοστάλαχτος
—
αμερικανικός
—
βαναυσουργω
—
ανατροχασμός
—
λιναρόσπορος
—
αναφρόδιτος
—
εκλαϊκευτής
—
διψαλέος
—
ψιλολογία
—
κομίστρια
—
χάνος
—
ταυτολογικός
—
αγαπησιάρης
—
καφέα
—
σαλίγκαρος
—
οχτρός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве