|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αντισυλληπτικό? — — ψυχονευρωτικός — ελεγκτής — αργκό — παραχείμαση — γρατσούνα — στριφτάλι — γιδοβυζάστρα — πίκ-νίκ — νταβραντίζω — τρεμουλιάζω — αστείρευτος — θαλπερός — ανεξιστόρητος — νόνα — αγγελοβαρεμένος — ορθοπεταλιά — εξωκυτταρικός — επώμιον — πολυκτήμων — λακίζω — χαρεμλίκι |
|||