|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λεμονάκι? — — συστοιχίζω — πίσσωμα — σκιαζάρα — οππορτουνιστικός — μουρόφυλλο — θραυστήρας — πλανεύτρα — φρίζα — ταράσσομαι — ψιλικό — θολωμένος — αλληλεπίκουρος — αρύς — σμίξιμο — γωνιομετρία — λάσκος — χαρτομάντιλο — εξαωδία — ανομία — αναπίνω — ασυνόψιστος |
|||