Новогреческий словарь
συγκεκριμενοποιούμαι
συγκεκριμενοποιούμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συγκεκριμενοποιούμαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
διατομικός
—
μετενσαρκώνομαι
—
υπνοθεραπεία
—
καλοριζικιά
—
επαρχώ
—
πτύελο
—
σπιλώνω
—
διαβολίζω
—
κοινωνιολογικός
—
ρακή
—
εστεροποίηση
—
αναρθρος
—
συσφικτήρας
—
ασπροφορώ
—
γήλιος
—
εξηκονταετία
—
ψυχοπλάκωμα
—
αναλογισμός
—
ψυχογράφος
—
διαχειμάζω
—
αρπακτικό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве