|
το пустяк #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пустяк? — ασήμαντο как с (ново)греческого переводится слово ασήμαντο? — пустяк — πίπτω — εμπορείο — γκεζερζω — θορύβησις — μονοφάγος — αγλωσσοφάγωτος — πλατύπους — αποσύκισμα — χαλκοτσούκαλο — εξοχάς — πρωτομάθητος — φωτίκια — ανθρωπομορφικά — πλίθρα — μετακάρπιος — πτύξη — αναξιοπάθεια — προτρέπω — λογγώνω — ήσκιωμα — κωλάκι |
|||