Новогреческий словарь
αναγκαίο
αναγκαίο
το
уборная
(клозет)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
уборная
? —
αναγκαίο
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναγκαίο
? — уборная
#
(ново)греческий словарь
—
καθιστικός
—
κατακόμβη
—
μπούρμπουλας
—
κεραμιδοκάμινο
—
ανεμότζαμο
—
τσακνοτσούκαλα
—
τέλεια
—
ξυλογλυπτική
—
γλείφω
—
κλουβιαίνομαι
—
σύμφωνο
—
εφημεριδοφάγος
—
αδελέαστος
—
αποσυγκέντρωση
—
χρονοφωτογραφία
—
παστουρμάς
—
σκυθρωπασμένος
—
παιδόφιλος
—
αναχασκώ
—
στυλιζάρω
—
αμφιδέτησις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве