|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανατρέφομαι? — — χαλκουργικός — πέργουλα — υπόμνηση — απόσταση — μεταθετός — ηλιόβαρος — παράδεισος — μάτι — ναί — αφθονία — μήνιγξ — πρέσβυς — δεψχκή — επωμίζομαι — φενακίζω — τρίαρχος — βηχαλάκι — ψαριέρα — βρυγμός — πλισσάρισμα — γραφειοκράτισσα |
|||