Новогреческий словарь
φυσικοθεραπευτικός
φυσικοθεραπευτικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
φυσικοθεραπευτικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ύφανση
—
αγούννωτος
—
απρόσβατος
—
ξεμυαλίζομαι
—
ανεμευλογία
—
ενδέτης
—
τράβαλα
—
οδηγητής
—
γαβάρα
—
αφορίζω
—
σητόβρωτος
—
προτονίζω
—
αφοβία
—
βαρέλα
—
ενσφράγιση
—
Γιουγκοσλαβία
—
πολυτελής
—
ηγουμένισσα
—
δραματικότητα
—
στειράδι
—
απασχολώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве