|
η птичий помёт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово птичий помёт? — κουτσουλιά как с (ново)греческого переводится слово κουτσουλιά? — птичий помёт — βυσσινόκηπος — κοντανασαίνω — μεταλλαγμένος — ζωντανεύω — ξεκλήρισμα — ξεκομμένος — εγγίζω — φύλο — αραθρώνω — εξώπροικα — γριτζανίζω — ψευδοπροφήτης — σοφάς — οδοντοπάθεια — γρηγοράδα — μέροψ — βαθήσκιωτος — ελικωτήρας — τσιμέντο — απαρχής — σουβάντισμα |
|||