Новогреческий словарь
ακρόδεσμος
ακρόδεσμ|ος
ο
морской узел
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
морской узел
? —
ακρόδεσμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακρόδεσμος
? — морской узел
#
(ново)греческий словарь
—
ακούρδιστος
—
αχτιδοβολητό
—
προβληματισμός
—
καλπουζάνα
—
γλαντάμπουρο
—
ιτέα
—
ένδακρυς
—
βρωμώ
—
αγαπιάρης
—
σκολιότης
—
αναπληρωτής
—
συνυπάρχω
—
υποβαστάζω
—
αναγγελία
—
βρόχι
—
λεπτοτομία
—
αυτοδιδαχή
—
τρίφυλλος
—
βαμβακοκαλλιέργεια
—
παντόφλας
—
διεζευγμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве