|
το рисовый крахмал #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рисовый крахмал? — ορυζάμυλο как с (ново)греческого переводится слово ορυζάμυλο? — рисовый крахмал — λιμνοφυής — ξελεπιάζω — επανώδεμα — καταμετρητός — ερωτόκαστρο — μονοτυπικός — κορυβοντιασμός — μυγιάγγιχτος — αμμωνίται — ογδοήκοντα — προσκυνήτρα — ξεστάχυασμα — ματσουκώνω — σκυθρωπάδα — καράβι — ελάτι — άξεστα — δίαιτα — οργανίστας — εξαγγέλλω — ραδιοακτινοβολία |
|||