Новогреческий словарь
επιστέλλω
επιστέλλω
(αόρ. επέστειλα)
извещать, сообщать
(письменно)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
извещать
? —
επιστέλλω
как на
(ново)греческом
будет слово
сообщать
? —
επιστέλλω
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιστέλλω
? — извещать, сообщать
#
(ново)греческий словарь
—
ασίγητος
—
εξύβριση
—
καταπίπτω
—
ανακουφιστικός
—
διατομή
—
χυτήριο
—
εγκαταριθμώ
—
ιντριγκάρω
—
συνδετήρας
—
γλαυκόφθαλμος
—
προκόπτω
—
λεπτότριχος
—
παλατιανός
—
καλίγα
—
αποκωδικοποίηση
—
ανακόλληση
—
γενειάζω
—
χοντροπόδαρος
—
βροντοχτυπάω
—
ρεγκλάν
—
δασονόμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве