Новогреческий словарь
χωροσταθμητής
χωροσταθμητ|ής
ο
нивелировщик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
нивелировщик
? —
χωροσταθμητής
как с
(ново)греческого
переводится слово
χωροσταθμητής
? — нивелировщик
#
(ново)греческий словарь
—
διασκευή
—
νευρωτικός
—
στουράκι
—
γροικιέμαι
—
απροθυμία
—
αποσκεπάζω
—
εξώθηση
—
δαιμονόπουλο
—
αργυραμοιβείο
—
διαλεύκανση
—
απέ
—
αρραβωνιάζω
—
Αμαζόνιος
—
κυκλώπειος
—
μεροληπτικός
—
πεδουκλία
—
απολάω
—
βαττολόγος
—
οσφυαλγία
—
επαναστρέψιμος
—
ξορκίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве