Новогреческий словарь
ενετάλην
ενετάλην
αόρ. от εντέλλομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενετάλην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σάλτο
—
πεθερός
—
διαφοροποίηση
—
αποκύημα
—
λογάρι
—
μινωικός
—
ποιητάρης
—
αναγνώρνμος
—
συρρικνώνομαι
—
προσφυγιά
—
δωδεκάμηνο
—
αδουλεψιά
—
ανδηρον
—
λούζομαι
—
θωπευτικώς
—
ευκολία
—
μισανοιχτός
—
αθλοθετώ
—
σαλπίζω
—
κασσιτερώνω
—
σειστής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве