|
: πλησιφαής σελήνη — полнолуние #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πλησιφαής? — — ποτιστής — μονολιθικός — ξεστραβώνω — δανιστί — σκοταδίστρια — πυροπαθής — νημάτινος — χορτοκόπος — ζωομορφία — ντούς — σταθερόν — ρακιτζοκάζανο — μεθεπόμενος — χαψί — ανεπαίσχυντος — πελαλάδα — ιχθυόεις — δέξιμο — ιταλικός — ράσμπα — εισηγητικός |
|||