|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σπουδαιοφανής? — — δανδής — φανταιζί — πιπίζω — αγριοβαλανιδιά — λίπανση — γλίνη — συνεπάγομαι — πολυμερής — ξενότροπος — κτηνώδης — τεντωμένος — δίπατος — ξεμαυλίστρα — αναμάζωμα — μελάκι — κιοτής — υπεροψία — μαίνομαι — αποφούρνισμα — ταξιτζίνα — έλαιο |
|||