Новогреческий словарь
αχρωματοψία
αχρωματοψία
η мед.
дальтонизм
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дальтонизм
? —
αχρωματοψία
как с
(ново)греческого
переводится слово
αχρωματοψία
? — дальтонизм
#
(ново)греческий словарь
—
ναυτίλος
—
πυογόνος
—
καφίζι
—
τρολές
—
γλυκόποτος
—
πεινασμένος
—
Ελβετίδα
—
χαμπάρι
—
φρεναπάτη
—
έκτιση
—
ριζίδιον
—
ευθύαυλος
—
Γιουγκοσλαβία
—
τρωγλοδυτώ
—
ψυχόπιττα
—
καραγκιοζάκι
—
κυνάγχη
—
κουτσομπολειό
—
δυσαπόδειχτος
—
μαυροτήγανο
—
νιόβλαστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве