Новогреческий словарь
βελοειδής
βελοειδ|ής
стреловидный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
стреловидный
? —
βελοειδής
как с
(ново)греческого
переводится слово
βελοειδής
? — стреловидный
#
(ново)греческий словарь
—
αναντίρρητος
—
ευτυχής
—
παιδομετρικός
—
ματαιοπονώ
—
πεζοναυτικός
—
αναβαστάζω
—
βιβλιοθήκη
—
ενναετ-
—
ερυθραίνω
—
αχάλαγος
—
χαλβατζήδικο
—
συκάμινο
—
κτηματόγραφο
—
τιτύβισμα
—
αφλυκταίνωτος
—
εραλδικός
—
γαιανθρακοφύραμα
—
ακράδαντος
—
κουροφέξαλα
—
απομαλλίδι
—
ξεβλάσταρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве