|
кишащий людьми, многолюдный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кишащий людьми? — κοσμοβριθής как на (ново)греческом будет слово многолюдный? — κοσμοβριθής как с (ново)греческого переводится слово κοσμοβριθής? — кишащий людьми, многолюдный — τρώομαι — στάχυασμα — τρυγόνα — τουρισμός — απεριόριστο — γυμνόσωμος — συνέπειες — μνημονικός — οστριασιρόκος — τζάντζαλο — σφυγμομανόμετρο — θρύον — λεμφαδενίτιδα — νεκρωτικός — γόγγυλο — τρυλλίζω — αμπελουργός — εφορεία — μέτωπο — μαργιόλεμα — ασπρόχωμα |
|||