Новогреческий словарь
φεστιβαλικός
φεστιβαλικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
φεστιβαλικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τσεπούλα
—
ελάσσων
—
απόμαλλο
—
κατάστηθα
—
βατοκόπια
—
φουντωμένος
—
αντικαθολικός
—
διανοίγω
—
μεσαύλιο
—
ερευνημένος
—
μεταρσιώνω
—
προσδένομαι
—
ομόζυγος
—
κατεργάρισσα
—
μάξις
—
χαρτοπολτός
—
ενασχόληση
—
αγριοκηίρι
—
κοχιάζω
—
πρώτιστος
—
φωταγωγός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве