|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τιμονιέρισσα? — — πρωτοετής — αμόλλημα — εξύφανση — παλιοκάραβο — μητριαρχία — επωφελούμαι — διάψευση — αγοραφοβικός — τσατσά — γωνιοειδής — αιθέριος — εξισώνω — τρούπα — χλιός — πλουτώ — συμπιεστό — αναισχύντως — υψηλοτάτη — αναζωπύρηση — μαρασμός — ελαιοφάγος |
|||