|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σταθεροποιούμαι? — — μπανανιά — αχτιδοβολητό — απαικτος — φραπελιά — απορρίχνω — λιοπερίβολο — εμπεριέχω — βρεκτός — στιλβωμένος — προσεταιρίζομαι — προγνώστης — ρικνότης — αφομοιώσιμο — στείρωση — ανέκθλιπτος — ζιμπούνι — αεροπλάνο — αμέλγω — αναφτερουγίζω — ντοματιά — αναμισθωτήριον |
|||