|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σταθεροποιούμαι? — — φλέτουργος — ακαταπάτητος — πολυάνθρωπος — αφήγηση — μεγαλόδωρος — μείον — ιπποσκευή — σαμποταριστής — ανύδρευτος — αγουστέλα — μελανότητα — ίδρωτας — κατάγομνος — αναπλενστηριασμός — γαλατιάζω — βουτυράτος — υπνωτικός — σάκχαρις — αθορύβητος — βιοχημεία — κόσμημα |
|||