Новогреческий словарь
έννατος
έννατ|ος
, η, ον см. ένατος
девятый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
девятый
? —
έννατος
как с
(ново)греческого
переводится слово
έννατος
? — девятый
#
(ново)греческий словарь
—
ασαβούρωτος
—
τετάρτη
—
τριμελής
—
ασφοδέλι
—
αλαφροκαύκολος
—
γλωσσιά
—
αγρινό
—
υπεσχημένα
—
υπακτικός
—
ορθοπόδισμα
—
πράκτορας
—
όρμος
—
ανθρωποσωστικά
—
ακέραιος
—
μαρμαρουργική
—
ξεδιαντροπιά
—
τροχάω
—
νεφρικός
—
ισοτέλεια
—
διόγκωση
—
απαρνησιά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве