|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μουσκλιάζω? — — μικροκλοπή — λιχούδης — παντοπωλείο — ντάβανος — αρχιτεκτονικός — αναπτυξιακός — βότανα — φιλιώνω — θυμητικός — αμμέ — ωτολογία — μυθοποίηση — αιτιοκρατικός — γάμος — τυχερό — λαχανόγουλο — ηχοαπορροφητικός — έξαρση — νεοφασισμός — χαϊδούλης — σιτοβολώνας |
|||