Новогреческий словарь
καλοφορεμένος
καλοφορεμέν|ος
хорошо одетый
;
===
~ο! — [phrase]носи на здоровье![/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
хорошо одетый
? —
καλοφορεμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
καλοφορεμένος
? — хорошо одетый
#
(ново)греческий словарь
—
διακατέχω
—
ψωμοζήτημα
—
βελουδένιος
—
λεχώνα
—
υδρομετρία
—
παθητικά
—
αμασκάλη
—
χαλκοτύμπανο
—
βραδυπλοώ
—
μέγιστος
—
αειφορία
—
περιστατικός
—
καλέμι
—
ψελλίζω
—
τριηραρχώ
—
ανεπίστρεπτος
—
επιτετραμμένος
—
παραμυθιάζω
—
αφορμῶμαι
—
όσφρηση
—
ανανεωτικά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве