Новогреческий словарь
παρανυστάζω
παρανυστάζω
(αόρ. παρανύσταξα)
сильно хотеть спать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сильно хотеть спать
? —
παρανυστάζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
παρανυστάζω
? — сильно хотеть спать
#
(ново)греческий словарь
—
κατοχικός
—
βαριοχτυπώ
—
κατασκευαστός
—
παραχωρητικός
—
λαντζιέρισσα
—
τρίμηνος
—
καρδιαναστροφή
—
στέππη
—
καραμπινιέρος
—
βουτρόφος
—
γενναίος
—
μυτερός
—
κανναβόπανο
—
πεζεβέγκης
—
μηχανεύομαι
—
κενότητα
—
ατυχής
—
στριφτός
—
επαινοθηρία
—
βροντόλαλος
—
εσκούδον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве