Новогреческий словарь
δύσπνοια
δύσπνοια
η
одышка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
одышка
? —
δύσπνοια
как с
(ново)греческого
переводится слово
δύσπνοια
? — одышка
#
(ново)греческий словарь
—
αυτοδικαζόμενος
—
ξεροτηγάνισμα
—
αγνωμος
—
απολέπισμα
—
διαβλέπω
—
αγγελοκρούομαι
—
δραχμοβίωτος
—
ταμίευση
—
μεταμφίεση
—
χρονοβόρος
—
δροσάτος
—
δεύτερο
—
αφεντικό
—
πάγκαλος
—
εκσπερματώνω
—
χαλαζίας
—
μαγκίππιον
—
υπερύψηλος
—
απογειούμαι
—
επ'αυτοφώρω
—
δεσμά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве