|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αμυαλοσύνη? — — μπεζέρισμα — σπαθώδης — φόρτωση — βρωμόκαιρος — εθνικοσοσιαλιστικά — οφιοειδή — πισσάσφαλτος — απροβόδιστος — γελωτοποιία — κακόθωρος — μυοπαγίς — λάντζα — συκαλάς — επίγραμμα — ξεκουμπίζομαι — πιεστήριο — επαρχιώτης — Ουκρανή — ιδεοληψία — τυφλίνος — βιβλιολατρία |
|||