Новогреческий словарь
κροτάλισμα
κροτάλισμα
το
треск; щёлканье
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
треск
? —
κροτάλισμα
как на
(ново)греческом
будет слово
щёлканье
? —
κροτάλισμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
κροτάλισμα
? — треск, щёлканье
#
(ново)греческий словарь
—
αποφράσσω
—
αχίλλειος
—
βρογχοσκοπία
—
ακανόνιστος
—
συνεορτάζομαι
—
κνησμονή
—
άθερος
—
καταμοτώνω
—
επιφωτίζω
—
κόμις
—
λιβανιστήρι
—
θέλοντας
—
ενδιαφέρων
—
στραβολέκα
—
λευίτης
—
γενναίος
—
λατόμος
—
πουτανίστικα
—
ετεροτοπία
—
θεομίσητος
—
αναργος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве