Новогреческий словарь
μονόγλωσσος
μονόγλωσσος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονόγλωσσος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δανειοδοτώ
—
γεροντικό
—
μάζωμα
—
φτερνί
—
ρίξιμο
—
αψομιλώ
—
γενναιόδωρος
—
καμαρότος
—
αποστεωμένος
—
σύνθετος
—
προλαλήσας
—
ξιφίδιο
—
δακτυλικός
—
Τσεχοσλοβάκα
—
χυλοποιώ
—
ξυλιασμένος
—
βίαια
—
αψίχολος
—
δυτικός
—
φύλλωσιά
—
αλταϊκός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве