Новогреческий словарь
παρενέπεσα
παρενέπεσα
αόρ. от παρεμπίπτω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
παρενέπεσα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ανθρωποθάλασσα
—
τρυτάνη
—
πλαγιοβάδισμα
—
διακίνημα
—
διειδής
—
μαστροπεία
—
γυμνασιόπαιδο
—
κηπευτής
—
σκωληκοειδίτης
—
κρίτρα
—
στενογραφώ
—
νεροκολόκυθο
—
εμβαδικός
—
ερημότοπος
—
κάππα
—
μέλωμα
—
άπνιχτος
—
αποκουφαίνω
—
κόλασμα
—
διέβρωσα
—
πιστάγκωνα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве