|
η рукодельница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рукодельница? — χειροτέχνιδα как с (ново)греческого переводится слово χειροτέχνιδα? — рукодельница — γνώμη — γεροντόπιασμα — ανατριχιάζω — πρόπερσι — βεργιά — επιπρόσθετος — Αμερικάνα — σεληνοτοπογραφικός — απομακρύνομαι — υποκρούω — τάττω — χαβαρώνι — ψηλολέλεκας — αυγουστιανός — συχνουρία — μαρμαρόστρωτος — αλκαλικός — Καναδός — τσιπουράκι — λιθοβόλημα — πλύνομαι |
|||