|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λετσαρία? — — νιόπαντρος — χαυλιόδοντας — μαρκούτσι — πολιός — σπατουλάρω — νοικοκύρισσα — ερημοσπίτης — λαχαίνω — αμελκτός — νιούτσικος — στροφόμετρον — άπηκτος — ηλεκτραρνητικότητα — ρητινίτης — μονόγαμος — πολυχρονάω — ιδιωματικός — εντομικός — ευήλατος — ταρτάρειος — αισθητοποίηση |
|||