Новогреческий словарь
εξα-
εξα-
первая часть сложных слов, означ.
шесть
:
εξακύλινδρος, εξάστηλος —
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шесть
? —
εξα-
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξα-
? — шесть
#
(ново)греческий словарь
—
διμηνία
—
ωτοασπίδα
—
ξέστρον
—
καταλαλιά
—
βανάνα
—
συντομευτικός
—
απολιθιά
—
αεριτζής
—
πυγαίος
—
διπλογράφος
—
αποκρυσταλλώνω
—
λιθοβόλημα
—
ναυσιβλάβεια
—
παρεισφρέω
—
ανδρογυνία
—
κλητός
—
μετεωροσκοπικός
—
ξεμεσημεριάζομαι
—
επιτελής
—
ενηλικότητα
—
διανθής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве