|
η 1) киносъёмка; 2) экранизация #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово киносъёмка? — κινηματογράφηση как на (ново)греческом будет слово экранизация? — κινηματογράφηση как с (ново)греческого переводится слово κινηματογράφηση? — киносъёмка, экранизация — επαργυρωμένος — ανισοψηφία — επίκαμψις — ψηφοθέτης — συναξαριστής — μαστίχα — γλυκοτηράζω — αρτοδοσιά — αστυνόμος — απολιόρκητος — λά — κυνάγχη — ανακράζω — κοπρίτης — τυπογράφος — εξωκυτταρικός — αυτεξούσιο — ὁπτῶ — ξαπλωταριό — ενδελέχεια — βλάκας |
|||