Новогреческий словарь
έλιπον
έλιπον
αόρ. от λείπω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
έλιπον
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δεκαπενταετία
—
ανοσοβιολογικός
—
στρόντιο
—
ψάχνομαι
—
αρεοπαγίτης
—
άρδευση
—
τεταρταίος
—
τανάπαλιν
—
χοντρομυτης
—
ραμφίζω
—
παρατηρητικός
—
πεταύρωση
—
γαλλόνι
—
γιουρουστίζάω
—
προδιατεθειμένος
—
αποκολλάω
—
διπλάρμπουρος
—
Καυκάσιος
—
λιθοδομία
—
αστείος
—
απόψε
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве